Στην συλλογή μου υπάρχει ένα μικρό τεύχος με τον τίτλο: "To 7o (σύνταγμα) πεζικού "Κούνεο" στην εκστρατεία της Ελλάδας". Η έκδοσή του έγινε στις 6 Αυγούστου του 1941, μόλις λίγους μήνες μετά το τέλος του πολέμου στην Ήπειρο. Είναι ένα τυπικό αναμνηστικό βιβλιαράκι από αυτά που συνηθίζουν να εκδίδουν οι μονάδες μετά από πολέμους και εκστρατείες για να καταγράψουν τα κατορθώματά τους και να τιμήσουν τους νεκρούς τους.
Στην πρώτη σελίδα υπάρχει μια αφιέρωση. Ο διοικητής αφιερώνει το βιβλίο στον υπασπιστή του. Μια τέτοια αφιέρωση πάντα μιλάει στην καρδιά του συλλέκτη / λάτρη της ιστορίας. Σε καλεί να ψάξεις ποιός ήταν ο άνθρωπος αυτός, τί έκανε πριν και μετά τον πόλεμο, πώς κατέληξε.
Πολύ συχνά αυτές οι αναζητήσεις αναδεικνύουν προσωπικές τραγωδίες των πρωταγωνιστών που συμβαδίζουν με τις εθνικές τραγωδίες των χωρών τους. H ιστορία του Ντούκα δεν αποτελεί εξαίρεση...
Ο Giovanni Duca γεννήθηκε στις 5 Νοεμβρίου του 1896 στο Τορίνο. Κατετάγη στον Ιταλικό Βασιλικό Στρατό και πολέμησε στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο όπου τραυματίστηκε, ενώ του απονεμήθηκε το Χάλκινο Μετάλλιο Στρατιωτικής Αξίας και ο Πολεμικός Σταυρός. Την δεκαετία του '30 διετέλεσε στρατιωτικός ακόλουθος στο Βέλγιο, την Ολλανδία και τη Πορτογαλλία. Τα έτη 1939-1940 διετέλεσε διοικητής του "επιθετικού τμήματος" της Στρατιωτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών.
Τον Φεβρουάριο του 1941 ανέλαβε την διοίκηση του 7ου Συντάγματος Πεζικού "Κούνεο", το οποίο ήδη πολεμούσε στα βουνά της Αλβανίας. Μετά την συνθηκολόγηση ο Duca διορίστηκε στρατιωτικός διοικητής των Κυκλάδων και όταν το καλοκαίρι του '42 η διοίκηση ανετέθη σε πολιτικό προσωπικό, επέστρεψε στην Ιταλία για να αναλάβει την διοίκηση της στρατιωτικής ακαδημίας της Μόντενα.
Στις 8 Σεπτεμβρίου του 1943 η Ιταλική συνθηκολόγηση βρήκε τον Duca επικεφαλής τριακοσίων δόκιμων στην επιστροφή από κάποια άσκηση προς την Μόντενα. Χωρίς να έχει διαταγές, με ελάχιστα πολεμοφόδια και έχοντας ειδοποιηθεί ότι τα γερμανικά στρατεύματα είχαν επιτεθή στα στρατόπεδα και την ακαδημία της Μόντενα, αποφάσισε να κατευθυνθεί προς το Monchio ώστε να επανενωθεί με τους δόκιμους του πυροβολικού. Βλέποντας όμως πως η στρατιωτική κατάσταση και οι αριθμοί των στρατιωτών του εκφυλίστηκαν γρήγορα, στις 10 Σεπτεμβρίου διέλυσε "προσωρινά" το τμήμα, διαίρεσε στα 4 την πολεμική σημαία της μονάδας και άφησε τους δόκιμους ελεύθερους με εντολή να αναμένουν ανακοινώσεις για ανασύνταξη, πιθανόν κάπου στην κεντρική Ιταλία.
Όταν τυπικά τέλειωσε άδοξα η καριέρα του στο στράτευμα, ο Duca αποφάσισε να βγει αντάρτης στα βουνά, εναντίον των πρώην συμμάχων του Γερμανών. Οργάνωσε την πρώτη παρτιζάνικη αντίσταση στην περιοχή το Pavullo-Lama Mocogno. Έστησε δυο τάγματα και γύρω του σύντομα οργανώθηκαν κι άλλοι παρτιζάνικοι πυρήνες. Σύντομα ήρθε σε επαφή με τη στρατιωτική διοίκηση του Νότιου Βασιλείου και μετά από σύσταση της Στρατιωτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών προσπάθησε να δημιουργήσει ένα δίκτυο πληροφοριοδοτών και υποστηρικτών σε συνεννόηση με την κεντρική αντιστασιακή οργάνωση-ομπρέλα της Comitato di Liberazione Nazionale. Οι αντάρτες όμως τον πρόδωσαν και τον αποκύρηξαν.
Κατά τη διάρκεια μιας αποστολής συνελήφθη μαζί με τον υιο του από τα SS. Παρά τα φρικτά βασανιστήρια που υπέστη, και παρά την αγωνία του για τη σύλληψη της συζύγου και της κόρης του, ο συνταγματάρχης δεν έδωσε καμία χρήσιμη πληροφορία στους Γερμανούς. Φυλακίστηκε σε απάνθρωπες συνθήκες για 5 μήνες και τελικά σκοτώθηκε από τους φασίστες στην αίθουσα των βασανιστηρίων. Τις ίδιες μέρες πέθανε και ο υιος του που είχε μεταφερθεί στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Μαουτχάουζεν.
Μετά θάνατον τιμήθηκε με το Χρυσό Μετάλλιο για τη Στρατιωτική Αξία.
Κάπως έτσι κλείνει η ιστορία του Τζιοβάννι Ντούκα. Όπως τόσοι και τόσοι
Ιταλοί, δολοφονήθηκε απ΄τους πρώην συμμάχους του. Άραγε όταν κράταγε και
αφιέρωνε αυτό το βιβλιαράκι, μπορούσε να φανταστεί πώς θα καταλήξει μόλις 3
χρόνια μετά; Το πιθανότερο είναι πως όχι.